Σχολική γιορτή 28 Οκτ 1940
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Παιδιά της Ελλάδος παιδιά, 1940
Μες τους δρόμους τριγυρνάνε,οι μανάδες και ζητάνε ν' αντικρίσουνε
τα παιδιά τους π' ορκιστήκαν,
στο σταθμό σαν χωριστήκαν να γυρίσουνε.
Μα για κείνους πού 'χουν φύγει
και η δόξα τους τυλίγει, ας χαιρόμαστε
και καμιά ποτέ ας μην κλάψει
κάθε πόνο της ας κλάψει κι ας ευχόμαστε.
Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά,
που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά.
Παιδιά, στη γλυκιά Παναγιά,
προσευχόμαστε όλες, νά 'ρθετε ξανά.
Λέω σ' όσες ξαγρυπνάνε
και για κάποιον ξενυχτάνε και στενάζουνε,
πως η πίκρα κι η τρεμούλα
σε μια γνήσια Ελληνοπούλα δεν ταιριάζουνε.
Ελληνίδες του Ζαλόγγου
και της πόλης και του λόγγου και Πλακιώτισσες,
όσο κι αν πικρά πονούμε,
υπερήφανα ας πούμε σα Σουλιώτισσες.
Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά,
που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά.
Παιδιά, στη γλυκιά Παναγιά,
προσευχόμαστε όλες, νά 'ρθετε ξανά.
Mε της Νίκης τα φτερά,
σας προσμένουμε παιδιά.
Οι Ηπειρώτισσεςτου 1940
Γυναίκες Ηπειρώτισσεςμέσα στα χιόνια πάνε
κι οβίδες κουβαλάνε.
Θεέ μου τι τις πότισες
και δεν αγκομαχάνε.
Γυναίκες Ηπειρώτισσες
ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δεν ρώτησες
ποιον πας να κατακτήσεις.
Γιαννιώτισσες, Σουλιώτισσες
ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δεν ρώτησες
ποιόν πας να κατακτήσεις.
Γυναίκες από τα σύνορα
κόρες, γριές, κεράδες
φωτιά μες τους βοριάδες
Εσείς θα είστε σίγουρα
της λευτεριάς μανάδες.
Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει
Των εχθρών τα φουσάτα περάσανσαν τον λίβα που καίει τα σπαρτά.
Με κανόνια τις πόλεις χαλάσαν,
μας ανάψαν φωτιές στα χωριά.
Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει,
δεν τη σκιάζει φοβέρα καμιά.
Μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει
και ξανά προς τη δόξα τραβά.
Μα οι εχθροί μας πια τώρα σκορπίσαν
και ξανάρθε σε μας λευτεριά.
Για να φτιάξουμε τα όσα γκρεμίσαν,
ας κοιτάξουμε τώρα μπροστά.
Βάζει ο Ντούτσε
Βάζει ο Ντούτσε τη στολή τουκαι τη σκούφια την ψηλή του,
μ' όλα τα φτερά. (δις)
Και μία νύχτα με φεγγάρι,
την Ελλάδα πάει να πάρει,
βρε το φουκαρά. (δις)
Α! τον τσολιά μας το λεβέντη βρίσκει στα βουνά
και ταράζει τον αφέντη το μακαρονά.
Αχ! Τζιάνο θα τρελλαθώ, Τζιάνο,
με την Ελλάδα ποιος μου είπε να τα βάνω.
Α! Ξεκινάει την άλλη μέρα,
μα και πάλι ακούει αέρα
από τον τσολιά. (δις)
Δρόμο παίρνει και δρομάκι,
και πηδάει το ποταμάκι,
ξέρει τη δουλειά. (δις)
Α! Τρώει τις σφαίρες σα χαλάζι από τον τσολιά,
κι όλο στρατηγούς αλλάζει για να βρει δουλειά.
Αχ! Τζιάνο θα τρελλαθώ Τζιάνο,
με την Ελλάδα ποιος μου είπε να τα βάνω.
Σχολική γιορτή για το Πολυτεχνείο (17 Νοέμβρη 1973)
ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Ένα το χελιδόνι | ||||||
Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης Ενα το χελιδόνι κι η άνοιξη ακριβή για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή Θέλει νεκροί χιλιάδες να 'ναι στους τροχούς Θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους. Θε μου Πρωτομάστορα μ' έχτισες μέσα στα βουνά Θε μου Πρωτομάστορα μ' έκλεισες μες στη θάλασσα! Πάρθηκεν από μάγους το σώμα του Μαγιού Το 'χουνε θάψει σ' ένα μνήμα του πέλαγου σ' ένα βαθύ πηγάδι το 'χουνε κλειστό μύρισε το σκοτάδι κι όλη η άβυσσος Θε μου Πρωτομάστορα μέσα στις πασχαλιές και Συ Θε μου Πρωτομάστορα μύρισες την Ανάσταση |
Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ | |||||||||||||||||||||||
Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ και μυρσίνη συ δοξαστική μη παρακαλώ σας μη λησμονάτε τη χώρα μου! Αετόμορφα έχει τα ψηλά βουνά στα ηφαίστεια κλήματα σειρά και τα σπίτια πιο λευκά στου γλαυκού το γειτόνεμα! Τα πικρά μου χέρια με τον κεραυνό τα γυρίζω πίσω απ' τον καιρό τους παλιούς μου φίλους καλώ με φοβέρες και μ' αίματα!
|
Όταν σφίγγουν το χέρι |
Στίχοι: Γιάννης Ρίτσος Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης Όταν σφίγγουν το χέρι, (2) ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο. (2) Όταν χαμογελάνε, (2) ένα μικρό χελδόνι φεύγει μέσ’ απ’ τα άγρια γένια τους. (2) Όταν σκοτώνονται, όταν σκοτώνονται, (2) η ζωή τραβάει την ανηφόρα (2) με σημαίες, με σημαίες και με ταμπούρλα. Η ζωή τραβάει την ανηφόρα (2) με σημαίες, με σημαίες και με ταμπούρλα |
Τη ρωμιοσύνη μην την κλαις |
Στίχοι: Γιάννης Ρίτσος Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης Πρώτη εκτέλεση: Γιώργος Νταλάρας Τη ρωμιοσύνη μην την κλαις εκεί που πάει να σκύψει με το σουγιά στο κόκκαλο με το λουρί στο σβέρκο Νάτη πετιέται απο ξαρχής κι αντριεύει και θεριεύει και καμακώνει το θεριό με το καμάκι του ήλιου |